1. Λέξη
    άγνοια (ουσιαστικό) - (παρόμοια: άνοια - έγνοια)
  2. Συνώνυμα
    • αμάθεια
    • αγνωσία
    • απληροφόρηση
    3
  3. Αντώνυμα
    • γνώση
    • κατανόηση
    • πληροφόρηση
    3
  4. Ορισμός
    • Η έλλειψη γνώσης ή πληροφόρησης για κάτι.
    • Η κατάσταση του να μην γνωρίζει κανείς κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η άγνοια των νόμων δεν απαλλάσσει από την ευθύνη.
    • Ζούσε σε μια κατάσταση άγνοιας για τα γεγονότα που συνέβαιναν γύρω του.
    2