Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
άκαρδη (επίθετο) - (παρόμοια:
άκαρδος
)
Συνώνυμα
αναισθητος
ασυγκίνητος
ψυχρός
3
Αντώνυμα
συμπονετικός
ευσπλαχνικός
καρδιοκατακτητικός
3
Ορισμός
Χωρίς καρδιά ή συναίσθηση, ασυγκίνητος.
Που δείχνει έλλειψη συμπόνιας ή ενσυναίσθησης.
2
Παραδείγματα
Η άκαρδη συμπεριφορά του έκανε όλους να νιώθουν άβολα.
Μια άκαρδη απόφαση που δεν έλαβε υπόψη τα συναισθήματα των άλλων.
2