1. Λέξη
    αεροβόλο (επίθετο) - (παρόμοια: πυροβόλο)
  2. Συνώνυμα
    • αεροπλανικό
    • αεροναυτικό
    • αεροπορικό
    3
  3. Αντώνυμα
    • χερσαίο
    • ναυτικό
    • υποβρύχιο
    3
  4. Ορισμός
    • Αυτό που αφορά ή σχετίζεται με την αεροπορία.
    • Αυτό που μπορεί να κινείται ή να λειτουργεί στον αέρα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το αεροβόλο όπλο χρησιμοποιείται για αεροπορικές επιχειρήσεις.
    • Οι αεροβόλες δυνάμεις είναι κρίσιμες για την άμυνα του εναέριου χώρου.
    2