1. Λέξη
    αμφιθέατρο (ουσιαστικό) - (παρόμοια: θέατρο)
  2. Συνώνυμα
    • θέατρο
    • αμφιθεατρική αίθουσα
    • θέατρο κλειστού χώρου
    3
  3. Αντώνυμα
    • ανοιχτός χώρος
    • εξωτερικός χώρος
    2
  4. Ορισμός
    • Κτιριακή κατασκευή ή χώρος με κλιμακωτά καθίσματα, σχεδιασμένος για παραστάσεις ή εκδηλώσεις.
    • Χώρος με ημικυκλική ή κυκλική διάταξη καθισμάτων, που χρησιμοποιείται για θεατρικές παραστάσεις, διαλέξεις κ.λπ.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το αμφιθέατρο του πανεπιστημίου ήταν γεμάτο κατά τη διάρκεια της διάλεξης.
    • Η παράσταση πραγματοποιήθηκε στο κεντρικό αμφιθέατρο της πόλης.
    2