Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αμφιλεγόμενος (επίθετο) - (παρόμοια:
λεγόμενος
-
φλεγόμενος
)
Συνώνυμα
αμφισβητούμενος
διαφωνούμενος
συζητητέος
3
Αντώνυμα
αδιαμφισβήτητος
αναμφισβήτητος
συμφωνημένος
3
Ορισμός
που προκαλεί διαφωνίες ή αντιπαραθέσεις
που δεν είναι γενικά αποδεκτός ή συμφωνημένος
2
Παραδείγματα
Το θέμα της κλιματικής αλλαγής παραμένει αμφιλεγόμενο.
Η απόφασή του ήταν ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη.
2