Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανάμνηση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ανάρτηση
-
ανάκτηση
-
ανάκληση
)
Συνώνυμα
ενθύμιο
αναμνηστική στιγμή
μνήμη
3
Αντώνυμα
λήθη
ξεχασιά
2
Ορισμός
Η δυνατότητα του ανθρώπου να θυμάται γεγονότα, εμπειρίες ή πληροφορίες.
Κάτι που θυμίζει ένα γεγονός ή μια εμπειρία.
2
Παραδείγματα
Η ανάμνηση της παιδικής μου ηλικίας με γεμίζει χαρά.
Αυτό το δαχτυλίδι είναι μια ανάμνηση από τη γιαγιά μου.
2