1. Λέξη
    ανορθόδοξος (επίθετο) - (παρόμοια: αισιόδοξος)
  2. Συνώνυμα
    • ασυνήθιστος
    • παράδοξος
    • ασυνήθης
    3
  3. Αντώνυμα
    • ορθόδοξος
    • συμβατικός
    • παραδοσιακός
    3
  4. Ορισμός
    • Που αποκλίνει από τις καθιερωμένες απόψεις ή πρακτικές.
    • Που δεν ακολουθεί τις καθιερωμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο ανορθόδοξος τρόπος σκέψης του τον έκανε να ανακαλύψει νέες λύσεις.
    • Η ανορθόδοξη προσέγγισή της στη θρησκεία προκάλεσε πολλές αντιδράσεις.
    2