Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αντίσωμα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αντίο
-
αντίσταση
)
Συνώνυμα
ανοσοσφαιρίνη
αμυντική πρωτεΐνη
2
Αντώνυμα
αντιγόνο
1
Ορισμός
Μια πρωτεΐνη που παράγεται από το ανοσοποιητικό σύστημα ως απάντηση στην παρουσία ξένων ουσιών (αντιγόνων).
Μια ειδική πρωτεΐνη που αναγνωρίζει και δεσμεύει συγκεκριμένα αντιγόνα για την εξουδετέρωσή τους.
2
Παραδείγματα
Τα αντισώματα παράγονται από τα λευκά αιμοσφαίρια για να προστατεύουν τον οργανισμό από λοιμώξεις.
Η παρουσία αντισωμάτων στο αίμα μπορεί να υποδηλώνει προηγούμενη έκθεση σε ένα συγκεκριμένο ιό.
2