1. Λέξη
    αντεπίθεση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: αντίθεση - επίθεση - ανάθεση)
  2. Συνώνυμα
    • αντεπίθεση
    • αντεπίθεση
    • αντεπίδοση
    • αντεπίθεση
    4
  3. Αντώνυμα
    • υπεράσπιση
    • άμυνα
    • προστασία
    3
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή η διαδικασία της αντεπίθεσης, δηλαδή της επίθεσης ως απάντηση σε μια προηγούμενη επίθεση.
    • Μια στρατηγική ή τακτική που περιλαμβάνει την επίθεση ως απάντηση σε μια προηγούμενη επίθεση.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η ομάδα μας προχώρησε σε αντεπίθεση μετά την επίθεση των αντιπάλων.
    • Ο στρατηγός διέταξε άμεση αντεπίθεση για να ανακόψει την προέλαση του εχθρού.
    2