Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αντιξοότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αντιπαλότητα
)
Συνώνυμα
εχθρότητα
δυσμενής στάση
εναντίωση
3
Αντώνυμα
φιλία
συμφωνία
αρμονία
3
Ορισμός
Η ιδιότητα του να είναι κάποιος ή κάτι εχθρικό ή δυσμενές.
Μια κατάσταση ή σχέση που χαρακτηρίζεται από εχθρότητα ή σύγκρουση.
2
Παραδείγματα
Η αντιξοότητα μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών οδήγησε σε πολλούς πολέμους.
Υπήρχε μεγάλη αντιξοότητα ανάμεσα στους δύο συναδέλφους.
2