Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανώνυμος (επίθετο) - (παρόμοια:
ανώριμος
)
Συνώνυμα
άγνωστος
αφανής
αδιευκρίνιστος
3
Αντώνυμα
γνωστός
διάσημος
επώνυμος
3
Ορισμός
που δεν φέρει όνομα ή δεν είναι γνωστό το όνομά του
που δεν αποκαλύπτει την ταυτότητά του
που δεν έχει διακριτικά χαρακτηριστικά ή ιδιαίτερη αξία
3
Παραδείγματα
Ο συγγραφέας παρέμεινε ανώνυμος.
Έλαβε ένα ανώνυμο γράμμα.
Μια ανώνυμη δωρεά βοήθησε το ίδρυμα.
3