Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αρέσει (ρήμα) - (παρόμοια:
αρέσω
)
Συνώνυμα
ευχαριστώ
αγαπώ
εκτιμώ
3
Αντώνυμα
απεχθάνομαι
δυσαρεστώ
μισώ
3
Ορισμός
Να βρίσκω κάτι ευχάριστο ή ελκυστικό.
Να έχω θετική γνώμη ή συμπάθεια για κάποιον ή κάτι.
2
Παραδείγματα
Μου αρέσει πολύ αυτό το τραγούδι.
Της αρέσει να διαβάζει βιβλία το απόγευμα.
2