Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αριστοκράτης (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αριστοκρατία
-
αριστοκρατικός
)
Συνώνυμα
ευγενής
επαίτης
μεγιστάνας
3
Αντώνυμα
λαϊκός
δημοκράτης
κοινός θνητός
3
Ορισμός
Μέλος της ανώτερης κοινωνικής τάξης, ιδιαίτερα αυτής που έχει κληρονομικούς τίτλους.
Πρόσωπο που ανήκει στην αριστοκρατία, δηλαδή στην ανώτερη κοινωνική τάξη.
Άτομο με εξαιρετικές ικανότητες ή ιδιότητες σε έναν συγκεκριμένο τομέα.
3
Παραδείγματα
Ο αριστοκράτης ζούσε σε ένα μεγάλο παλάτι και είχε πολλούς υπηρέτες.
Ο αριστοκράτης της ποίησης έγραψε αριστουργήματα που θα θυμούνται για αιώνες.
Παρά την καταγωγή του από αριστοκρατική οικογένεια, ήταν πολύ ταπεινός.
3