Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αρμονικά (επίρρημα) - (παρόμοια:
αρμονικός
-
αρμονία
)
Συνώνυμα
ομορφά
ευχάριστα
συμφωνημένα
3
Αντώνυμα
δυσαρμονικά
ασυμφώνως
ασυνάρτητα
3
Ορισμός
Με τρόπο που δείχνει αρμονία ή συμφωνία.
Με τρόπο που είναι ευχάριστος στην ακοή ή στην όραση.
2
Παραδείγματα
Τα όργανα έπαιξαν αρμονικά μαζί.
Τα χρώματα συνδυάστηκαν αρμονικά στον πίνακα.
2