1. Λέξη
    αρμόζω (ρήμα) - (παρόμοια: εφαρμόζω - προσαρμόζω)
  2. Συνώνυμα
    • ταιριάζω
    • προσαρμόζω
    • ταιριάζω
    • συμβαδίζω
    4
  3. Αντώνυμα
    • δεν ταιριάζω
    • αποκλίνω
    • δυσαρμονώ
    3
  4. Ορισμός
    • Είμαι κατάλληλος ή ταιριαστός για κάτι ή κάποιον.
    • Προσαρμόζομαι ή συνδυάζομαι με κάτι.
    • Συμφωνώ ή συμβαδίζω με κάτι.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Αυτό το ρούχο αρμόζει τέλεια στην περίσταση.
    • Η συμπεριφορά του δεν αρμόζει σε έναν επαγγελματία.
    • Τα χρώματα αρμόζουν πολύ καλά μεταξύ τους.
    3