Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αυτοκαταστροφή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αυτοκαταστραφώ
-
καταστροφή
-
αναστροφή
)
Συνώνυμα
αυτοτραυματισμός
αυτοκτονία
αυτοβλάβη
3
Αντώνυμα
αυτοσυντήρηση
αυτοπροστασία
αυτοδιαφύλαξη
3
Ορισμός
Η πράξη ή η διαδικασία της καταστροφής του εαυτού, είτε σωματικά, είτε ψυχολογικά.
Μια τάση ή συμπεριφορά που οδηγεί στην καταστροφή του εαυτού.
2
Παραδείγματα
Η αυτοκαταστροφή του ήταν εμφανής μέσα από τις επικίνδυνες αποφάσεις που έπαιρνε.
Η χρήση ναρκωτικών μπορεί να είναι μια μορφή αυτοκαταστροφής.
2