Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αφορμή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αφορώ
-
αφορά
)
Συνώνυμα
πρόφαση
αιτία
παραίτηση
3
Αντώνυμα
αποτέλεσμα
συνέπεια
2
Ορισμός
Ο λόγος ή η αιτία που προκαλεί κάτι.
Μια ευκαιρία ή ένα γεγονός που χρησιμοποιείται ως δικαιολογία.
2
Παραδείγματα
Η συζήτηση έγινε αφορμή για μια μεγάλη διαφωνία.
Χρησιμοποίησε το περιστατικό ως αφορμή να φύγει από τη δουλειά του.
2