Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
γαϊδούρι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
γούρι
)
Συνώνυμα
γάιδαρος
όνου
αλογάκι
3
Αντώνυμα
άλογο
ιπποπόταμος
2
Ορισμός
Ζώο της οικογένειας των ιππίδων, συνήθως μικρότερο από το άλογο και με μεγαλύτερα αυτιά.
Χαρακτηρισμός για άνθρωπο που φέρεται ανόητα ή πεισματικά.
2
Παραδείγματα
Το γαϊδούρι είναι γνωστό για την υπομονή και την αντοχή του.
Μην είσαι γαϊδούρι και κάνε αυτό που σου λέω.
2