Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
γενναιοδωρία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
γενναιόδωρα
-
γενναιόδωρος
)
Συνώνυμα
μεγαλοψυχία
ευγένεια
αγαθότητα
3
Αντώνυμα
φιλαργυρία
τσιγγουνιά
σκωπτικότητα
3
Ορισμός
Η ιδιότητα του γενναιόδωρου, η τάση να δίνει με μεγαλοψυχία και χωρίς αναμονή ανταλλάγματος.
Μια πράξη ή συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από ευγένεια και αδιαφορία για το υλικό όφελος.
2
Παραδείγματα
Η γενναιοδωρία του ήταν γνωστή σε όλη την πόλη, καθώς βοηθούσε όσους είχαν ανάγκη χωρίς να περιμένει τίποτα σε αντάλλαγμα.
Με μεγάλη γενναιοδωρία, προσέφερε σημαντικό ποσό για την ανακαίνιση του σχολείου.
2