Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
γερουσία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
παρουσία
-
γερουσιαστής
-
ουσία
)
Συνώνυμα
σύγκλητος
συμβούλιο
συνέλευση
3
Αντώνυμα
λαός
δημοκρατία
2
Ορισμός
Η ανώτατη πολιτική συνέλευση στην αρχαία Ρώμη που αποτελούνταν από τους γερουσιαστές.
Το ανώτατο νομοθετικό σώμα σε ορισμένες σύγχρονες χώρες.
Μια ομάδα ηλικιωμένων και έμπειρων ανθρώπων που συμβουλεύουν ή διοικούν.
3
Παραδείγματα
Η γερουσία της αρχαίας Ρώμης είχε μεγάλη επιρροή στις πολιτικές αποφάσεις.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η γερουσία αποτελεί το ένα από τα δύο σώματα του Κογκρέσου.
Οι γέροντες του χωριού σχημάτισαν μια γερουσία για να λύσουν τις διαφορές.
3