1. Λέξη
    γεωλόγος (ουσιαστικό) - (παρόμοια: λόγος)
  2. Συνώνυμα
    • πετρολόγος
    • γεωεπιστήμονας
    2
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Επιστήμονας που ειδικεύεται στη γεωλογία, δηλαδή στη μελέτη της δομής, της ιστορίας και των διεργασιών της Γης.
    • Επαγγελματίας που μελετά τα πετρώματα, τα ορυκτά και τις γεωλογικές διαδικασίες.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο γεωλόγος μελέτησε τα πετρώματα για να καταλάβει την ιστορία της περιοχής.
    • Η γεωλόγος ταξίδεψε στην Ανταρκτική για έρευνα.
    2