Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
γιγάντιος (επίθετο) - (παρόμοια:
γιος
)
Συνώνυμα
τεράστιος
κολοσσιαίος
μεγαλοπρεπής
3
Αντώνυμα
μικροσκοπικός
μικρός
ασήμαντος
3
Ορισμός
που έχει πολύ μεγάλο μέγεθος ή έκταση
που ξεπερνά το συνηθισμένο ή το φυσιολογικό σε μέγεθος
που χαρακτηρίζεται από εξαιρετική δύναμη ή σημασία
3
Παραδείγματα
Ένα γιγάντιο δέντρο σκίαζε ολόκληρη την πλατεία.
Η γιγάντια προσπάθεια των εθελοντών έσωσε πολλές ζωές.
Ο γιγάντιος κύκλος εργασιών της εταιρείας έκανε εντύπωση.
3