1. Λέξη
    δεκτός (επίθετο) - (παρόμοια: αποδεκτός)
  2. Συνώνυμα
    • αποδεκτός
    • επίτρεπτος
    • επιτρεπόμενος
    3
  3. Αντώνυμα
    • απαράδεκτος
    • απαγορευμένος
    • απαξιωμένος
    3
  4. Ορισμός
    • Που μπορεί να γίνει αποδεκτός ή να εγκριθεί.
    • Που ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες προδιαγραφές ή απαιτήσεις.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η πρότασή του ήταν δεκτή από όλα τα μέλη της επιτροπής.
    • Οι δεκτές μέθοδοι ανάλυσης πρέπει να ακολουθούν αυστηρά πρωτόκολλα.
    2