1. Λέξη
    δεχθώ (ρήμα) - (παρόμοια: δεθώ - αποδεχθώ)
  2. Συνώνυμα
    • αποδέχομαι
    • παίρνω
    • λαμβάνω
    3
  3. Αντώνυμα
    • απορρίπτω
    • αρνούμαι
    2
  4. Ορισμός
    • Να λαμβάνω κάτι που προσφέρεται ή δίνεται.
    • Να συμφωνώ ή να δέχομαι μια πρόταση, μια ιδέα ή μια κατάσταση.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Δεχθήκαμε με χαρά το δώρο τους.
    • Δεν μπορώ να δεχθώ αυτές τις συνθήκες εργασίας.
    2