1. Λέξη
    διαφώτιση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: διαφήμιση - φώτιση)
  2. Συνώνυμα
    • φωτισμός
    • φωταγώγηση
    • διαφωτισμός
    3
  3. Αντώνυμα
    • σκοτάδι
    • σκοτεινότητα
    • αφάνεια
    3
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του φωτίζει κάτι ή κάποιον.
    • Η διαδικασία της παροχής γνώσης ή κατανόησης σε κάποιο θέμα.
    • Η πνευματική ή ηθική καθοδήγηση.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η διαφώτιση του δρόμου έγινε με νέα φώτα.
    • Ο δάσκαλος προσπάθησε να φέρει διαφώτιση στους μαθητές του σχετικά με το θέμα.
    • Η διαφώτιση που έλαβε από το βιβλίο του άλλαξε την άποψή του για τη ζωή.
    3