1. Λέξη
    διοικώ (ρήμα) - (παρόμοια: διοικητής - διοικητήριο - διοικητικός)
  2. Συνώνυμα
    • διαχειρίζομαι
    • διοικούμαι
    • κυβερνώ
    • διαχειρίζω
    • ελέγχω
    5
  3. Αντώνυμα
    • αμελώ
    • παραμελώ
    • εγκαταλείπω
    3
  4. Ορισμός
    • Επιβλέπω και ελέγχω τη λειτουργία μιας οργάνωσης ή ομάδας ανθρώπων.
    • Λαμβάνω αποφάσεις και οργανώνω δραστηριότητες για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων.
    • Εξασφαλίζω την ομαλή λειτουργία ενός συστήματος ή μονάδας.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο διευθυντής διοικεί την εταιρεία με μεγάλη αποτελεσματικότητα.
    • Η κυβέρνηση διοικεί τη χώρα σύμφωνα με το σύνταγμα.
    • Ο δήμαρχος διοικεί τις υπηρεσίες του δήμου.
    3