Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ειρηνιστής (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ειρηνικός
)
Συνώνυμα
ειρηνόφιλος
επαναστάτης της ειρήνης
μη βίαιος
3
Αντώνυμα
πολεμιστής
εχθρός
επιθετικός
3
Ορισμός
Αυτός που υποστηρίζει την ειρήνη και αντιτίθεται στη βία και τον πόλεμο.
Πρόσωπο που προωθεί την ειρηνική επίλυση των διαφορών.
2
Παραδείγματα
Ο ειρηνιστής οργάνωσε μια διαδήλωση κατά του πολέμου.
Οι ειρηνιστές πιστεύουν στη δύναμη του διαλόγου.
2