Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
εμπροσθοφυλακή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
εθνοφυλακή
)
Συνώνυμα
προφυλακή
προπύργιο
προμαχώνας
3
Αντώνυμα
οπισθοφυλακή
όπισθεν
2
Ορισμός
Η μονάδα ή η θέση που βρίσκεται στο μπροστινό μέρος μιας στρατιωτικής φάλαγγας ή ομάδας.
Οι στρατιώτες ή οι δυνάμεις που βρίσκονται στο πρώτο μέτωπο μιας μάχης.
Το προστατευτικό τμήμα μιας ομάδας ή οργάνωσης που αντιμετωπίζει πρώτο τον κίνδυνο.
3
Παραδείγματα
Η εμπροσθοφυλακή του στρατού προχώρησε πρώτη στο πεδίο της μάχης.
Οι αθλητές της εμπροσθοφυλακής του ποδοσφαιρικού συλλόγου έδειξαν μεγάλη ανδρεία.
Σε πολλές επαναστάσεις, οι νέοι αποτελούν την εμπροσθοφυλακή των αλλαγών.
3