Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επανεξέταση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
εξέταση
-
επανάσταση
)
Συνώνυμα
επανάληψη
επαναδιαπραγμάτευση
εξέταση εκ νέου
3
Αντώνυμα
πρώτη εξέταση
αρχική εξέταση
2
Ορισμός
Η διαδικασία της εκ νέου εξέτασης μιας υπόθεσης ή ενός θέματος.
Μια νέα μελέτη ή ανάλυση για να επιβεβαιωθούν ή να αναθεωρηθούν προηγούμενα συμπεράσματα.
2
Παραδείγματα
Η υπόθεση θα υποβληθεί σε επανεξέταση από το ανώτερο δικαστήριο.
Μετά τις νέες αποδείξεις, ζήτησαν επανεξέταση της έρευνας.
2