Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επαφή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
διεπαφή
-
επιγραφή
)
Συνώνυμα
σύνδεση
προσέγγιση
αλληλεπίδραση
3
Αντώνυμα
απομόνωση
αποξένωση
αποσύνδεση
3
Ορισμός
Η ενέργεια ή η κατάσταση του να έρχεσαι σε φυσική ή συναισθηματική επικοινωνία με κάποιον ή κάτι.
Το σημείο ή η περιοχή όπου δύο πράγματα ακουμπούν ή συνδέονται μεταξύ τους.
2
Παραδείγματα
Η επαφή με τη φύση με βοηθά να χαλαρώσω.
Η επαφή μεταξύ των δύο καλωδίων προκάλεσε βραχυκύκλωμα.
2