1. Λέξη
    επιβολή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: επιστολή - εμβολή)
  2. Συνώνυμα
    • εφαρμογή
    • εξαναγκασμός
    • επιβολή
    • προσθήκη
    4
  3. Αντώνυμα
    • αφαίρεση
    • ακύρωση
    • απομάκρυνση
    3
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του να επιβάλλεις κάτι σε κάποιον ή κάτι.
    • Η προσθήκη ή η εφαρμογή ενός στοιχείου πάνω σε ένα άλλο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η επιβολή κυρώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση προκάλεσε αντιδράσεις.
    • Η επιβολή ενός νέου φόρου δυσαρέστησε τους πολίτες.
    2