Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επιθεωρώ (ρήμα) - (παρόμοια:
επιθεωρητής
-
επιθεωρήτρια
-
θεωρώ
)
Συνώνυμα
εξετάζω
παρατηρώ
ελέγχω
3
Αντώνυμα
αγνοώ
παραβλέπω
2
Ορισμός
Παρατηρώ ή εξετάζω προσεκτικά κάτι ή κάποιον.
Επιβλέπω μια διαδικασία ή μια ομάδα ανθρώπων.
2
Παραδείγματα
Ο διευθυντής επιθεωρεί τα γραφεία κάθε πρωί.
Ο στρατηγός επιθεωρεί τα στρατεύματα πριν από την παρέλαση.
2