Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επιστήμονας (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
επιστήμη
)
Συνώνυμα
ερευνητής
καθηγητής
εξπέρ
3
Αντώνυμα
αδαής
αγράμματος
αμαθής
3
Ορισμός
Άτομο που έχει ειδικές γνώσεις σε έναν τομέα της επιστήμης και ασχολείται επαγγελματικά με την έρευνα ή τη διδασκαλία.
Άτομο που χαρακτηρίζεται από επιστημονική σκέψη και μεθοδολογία.
2
Παραδείγματα
Ο επιστήμονας έκανε μια σημαντική ανακάλυψη στον τομέα της ιατρικής.
Η επιστήμονας παρουσίασε τα ευρήματά της σε διεθνές συνέδριο.
2