1. Λέξη
    ερασιτεχνικός (επίθετο) - (παρόμοια: τεχνικός - καλλιτεχνικός)
  2. Συνώνυμα
    • ερασιτεχνικός
    • μη επαγγελματικός
    • αματερίστικος
    3
  3. Αντώνυμα
    • επαγγελματικός
    • εξειδικευμένος
    • έμπειρος
    3
  4. Ορισμός
    • που αφορά ερασιτέχνη ή γίνεται από ερασιτέχνη
    • που δεν έχει επαγγελματική εκπαίδευση ή εμπειρία
    • που χαρακτηρίζεται από έλλειψη επαγγελματισμού
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η ερασιτεχνική προσπάθεια του να φτιάξει το ραδιόφωνο δεν είχε επιτυχία.
    • Η ερασιτεχνική ομάδα ποδοσφαίρου αγωνίστηκε με πάθος αλλά χωρίς επαγγελματική οργάνωση.
    2