Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
θετός (επίθετο) - (παρόμοια:
θετικός
-
θεός
)
Συνώνυμα
αποδεκτός
επιτρεπτός
εγκριτός
3
Αντώνυμα
απαράδεκτος
απαγορευμένος
απαξιωμένος
3
Ορισμός
που μπορεί να γίνει δεκτός ή να εγκριθεί
που ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες προϋποθέσεις ή κριτήρια
που θεωρείται κατάλληλος ή αποδεκτός σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο
3
Παραδείγματα
Οι προτάσεις σου είναι θετές και θα ληφθούν υπόψη.
Μόνο θετές απαντήσεις θα γίνουν δεκτές στην έρευνα.
Οι συνθήκες του συμβολαίου είναι θετές και για τις δύο πλευρές.
3