Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κεφάλαιο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κεφάλα
-
κεφάλι
)
Συνώνυμα
μέρος
ενότητα
τμήμα
3
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Μέρος ενός βιβλίου ή έργου που χωρίζεται από τα υπόλοιπα με τίτλο ή αριθμό.
Βασικό στοιχείο ή συστατικό ενός θέματος ή ενός προβλήματος.
2
Παραδείγματα
Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου είναι πολύ ενδιαφέρον.
Το κεφάλαιο της οικονομίας είναι σημαντικό για την κατανόηση της κρίσης.
2