Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κολέγιο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κολλέγιο
-
κολέτ
)
Συνώνυμα
σχολή
εκπαιδευτικό ίδρυμα
ακαδημία
3
Αντώνυμα
δημοτικό σχολείο
γυμνάσιο
λύκειο
3
Ορισμός
Εκπαιδευτικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που προσφέρει προπτυχιακές σπουδές.
Ίδρυμα που παρέχει εξειδικευμένη εκπαίδευση σε συγκεκριμένο πεδίο.
2
Παραδείγματα
Το κολέγιο προσφέρει ποικιλία μαθημάτων στις ανθρωπιστικές επιστήμες.
Μετά το λύκειο, σκοπεύω να εγγραφώ σε ένα κολέγιο για να σπουδάσω ψυχολογία.
2