Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μαγνητόφωνο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
μαγνητικά
-
μαγνητικός
)
Συνώνυμα
ηχογράφος
κασετόφωνο
2
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Μια συσκευή που καταγράφει και αναπαράγει ήχο με τη χρήση μαγνητικής ταινίας.
Μια συσκευή που χρησιμοποιείται για την ηχογράφηση και την αναπαραγωγή φωνής ή μουσικής.
2
Παραδείγματα
Το μαγνητόφωνο ήταν πολύ δημοφιλές τη δεκαετία του 1980.
Χρησιμοποίησα το μαγνητόφωνο για να ηχογραφήσω τη συνέντευξη.
2