1. Λέξη
    μετεωρολόγος (ουσιαστικό) - (παρόμοια: μετεωρολογικός)
  2. Συνώνυμα
    • καιροσκόπος
    • μετεωρολόγος επιστήμονας
    2
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Επιστήμονας που μελετά και προβλέπει τους καιρικούς φαινομένους.
    • Ειδικός στην μετεωρολογία.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο μετεωρολόγος προέβλεψε ότι θα βρέξει αύριο.
    • Ο μετεωρολόγος εργάζεται σε έναν καιροσταθμό.
    2