Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μικροκλοπή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
μικροκύμα
-
μικρού
-
μικροκύματα
)
Συνώνυμα
κλοπή
κλέψιμο
αρπαγή
3
Αντώνυμα
δωρεά
χάρισμα
επιχορήγηση
3
Ορισμός
Η πράξη της κλοπής μικρής αξίας ή σημασίας.
Η αφαίρεση κάποιου αντικειμένου χωρίς την άδεια του ιδιοκτήτη, συνήθως σε μικρή κλίμακα.
2
Παραδείγματα
Η μικροκλοπή από τα μαγαζιά είναι συχνό φαινόμενο κατά τις διακοπές.
Κατηγορήθηκε για μικροκλοπή αφού πήρε ένα σοκολατάκι χωρίς να το πληρώσει.
2