1. Λέξη
    μιλιά (ουσιαστικό) - (παρόμοια: μιλώ)
  2. Συνώνυμα
    • συζήτηση
    • κουβέντα
    • ομιλία
    3
  3. Αντώνυμα
    • σιωπή
    • ησυχία
    2
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια του να μιλάς με κάποιον ή να συζητάς.
    • Μια ανεπίσημη συζήτηση μεταξύ δύο ή περισσότερων ατόμων.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Είχαμε μια ωραία μιλιά στο καφέ.
    • Η μιλιά τους κράτησε ώρες.
    2