Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μονομαχία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
μοναρχία
)
Συνώνυμα
μάχη
συμπλοκή
αντιπαράθεση
3
Αντώνυμα
συνεργασία
συμφιλίωση
συνεννόηση
3
Ορισμός
Μια μάχη μεταξύ δύο ατόμων, συνήθως για την επίλυση μιας διαφοράς ή για την απόδειξη της ανωτερότητας.
Η πράξη της αντιμετώπισης δύο αντιπάλων σε μια μοναδική, συχνά θανάσιμη, σύγκρουση.
2
Παραδείγματα
Η μονομαχία μεταξύ των δύο ιπποτών κρίθηκε από μια μοναδική κίνηση.
Στην αρχαία Ελλάδα, οι μονομαχίες ήταν συχνά μέρος των στρατιωτικών συγκρούσεων.
2