Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μπουλόνι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
μπαλόνι
-
μπολόνια
-
μπουκ
-
μπουθ
-
μπόνι
)
Συνώνυμα
κουμπί
καρφίτσα
2
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Μικρό μεταλλικό αντικείμενο που χρησιμοποιείται για τη σύνδεση ή τη στερέωση υλικών, όπως ρούχα.
Στοιχείο διακόσμησης σε ρούχα ή αξεσουάρ.
2
Παραδείγματα
Έχασα ένα μπουλόνι από το πουκάμισό μου.
Το παλτό της είχε μπουλόνια με σχέδια.
2