1. Λέξη
    μπουφές (ουσιαστικό) - (παρόμοια: μπουφάν - μπουκ - μπουθ - μπουζί)
  2. Συνώνυμα
    • μπουφές
    • μπουφέ
    • μπουφέδες
    3
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • ένα είδος επίπλου που χρησιμοποιείται για την αποθήκευση πιάτων, ποτηριών και άλλων αντικειμένων
    • ένα μικρό τραπέζι με ράφια ή ντουλάπια για την τοποθέτηση αντικειμένων
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η μαμά έβαλε τα πιάτα στο μπουφές.
    • Ο μπουφές στο σαλόνι είναι γεμάτος με βιβλία και διακοσμητικά αντικείμενα.
    2