1. Λέξη
    παράδοξο (επίθετο) - (παρόμοια: παράδοση)
  2. Συνώνυμα
    • ασυνήθιστο
    • περίεργο
    • αντιφατικό
    3
  3. Αντώνυμα
    • λογικό
    • απλό
    • αναμενόμενο
    3
  4. Ορισμός
    • Που έρχεται σε αντίθεση με τη κοινή λογική ή τις συνήθεις προσδοκίες.
    • Που παρουσιάζει αντιφάσεις ή δυσκολίες στην κατανόησή του.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το παράδοξο συμπέρασμα του επιστήμονα προκάλεσε έκπληξη.
    • Η κατάσταση ήταν τόσο παράδοξη που κανείς δεν μπορούσε να την εξηγήσει.
    2