Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
περίπλοκος (επίθετο) - (παρόμοια:
περίπατος
-
περίπολος
-
πολύπλοκος
-
περίπου
)
Συνώνυμα
πολύπλοκος
δύσκολος
μπερδεμένος
3
Αντώνυμα
απλός
εύκολος
ξεκάθαρος
3
Ορισμός
Που χαρακτηρίζεται από πολλές λεπτομέρειες ή συνθήκες που τον κάνουν δύσκολο να κατανοηθεί ή να λυθεί.
Που περιλαμβάνει πολλά στάδια ή στοιχεία, με αποτέλεσμα να είναι πολύπλοκος.
2
Παραδείγματα
Η περίπλοκη διαδικασία έκανε πολλούς να απογοητευτούν.
Το πρόβλημα ήταν τόσο περίπλοκο που χρειάστηκε η βοήθεια ειδικού.
2