Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
πολιτειακή (επίθετο) - (παρόμοια:
πολιτική
-
πολιτεία
)
Συνώνυμα
κοινωνική
δημόσια
πολιτική
3
Αντώνυμα
ιδιωτική
ατομική
2
Ορισμός
Σχετικός με την πολιτεία ή τη δημόσια ζωή.
Ανήκων ή αναφερόμενος στην οργάνωση και τη λειτουργία μιας πολιτείας.
2
Παραδείγματα
Η πολιτειακή δομή της χώρας βασίζεται σε δημοκρατικές αρχές.
Οι πολιτειακές αρχές έχουν αναλάβει την ευθύνη για την αντιμετώπιση της κρίσης.
2