1. Λέξη
    πολυπλοκότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: ποσότητα - ποιότητα)
  2. Συνώνυμα
    • περίπλοκο
    • δυσκολία
    • πολυπλοκότητα
    3
  3. Αντώνυμα
    • απλότητα
    • ευκολία
    2
  4. Ορισμός
    • Η ιδιότητα του να είναι κάτι πολύπλοκο, δηλαδή να αποτελείται από πολλά και ποικίλα μέρη ή στοιχεία που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους με τρόπους που μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοηθούν.
    • Η πολυπλοκότητα μπορεί να αναφέρεται και σε καταστάσεις, συστήματα ή προβλήματα που χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό δυσκολίας λόγω της ποικιλίας και της αλληλεπίδρασης των παραγόντων που εμπλέκονται.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η πολυπλοκότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου τον καθιστά ένα από τα πιο ενδιαφέροντα αντικείμενα μελέτης.
    • Η πολυπλοκότητα των διεθνών σχέσεων απαιτεί προσεκτική ανάλυση και κατανόηση.
    2