1. Συνώνυμα
    • προσποίηση
    • προσποίηση
    • προσποίηση
    • προσποίηση
    4
  2. Αντώνυμα
    • ειλικρίνεια
    • απλότητα
    • ειλικρίνεια
    • απλότητα
    4
  3. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή η ικανότητα κάποιου να δείχνει κάτι που δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα, συνήθως με σκοπό να εξαπατήσει ή να εντυπωσιάσει.
    • Η συμπεριφορά ή η έκφραση που δεν είναι γνήσια, αλλά υποκριτική.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Η προσποίηση της ευγένειας του ήταν εμφανής σε όλους.
    • Με προσποίηση ενδιαφέροντος, προσπάθησε να κρύψει την ανία του.
    2