1. Λέξη
    σαδιστής (ουσιαστικό) - (παρόμοια: βουδιστής)
  2. Συνώνυμα
    • τυραννικός
    • καταπιεστικός
    • σκληρός
    3
  3. Αντώνυμα
    • φιλάνθρωπος
    • ευγενικός
    • ελεήμων
    3
  4. Ορισμός
    • Πρόσωπο που απολαμβάνει να προκαλεί πόνο ή ταλαιπωρία σε άλλους, είτε σωματικά είτε ψυχολογικά.
    • Πρόσωπο που ασκει σκληρή και καταπιεστική συμπεριφορά προς τους άλλους.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο σαδιστής δάσκαλος απολάμβανε να τιμωρεί τους μαθητές του χωρίς λόγο.
    • Η σαδιστική συμπεριφορά του προκαλούσε φόβο στους γύρω του.
    2